Δεν αναιρούμε τη φύση του νομοθετήματος, δεν δεχόμαστε, όμως, κύριε Υπουργέ, και την παραβίαση του Συντάγματος. Δεν αντιπολιτευόμαστε απλά για να αντιπολιτευτούμε, αλλά για να καταθέτουμε γόνιμες προτάσεις που θα βελτιώσουν το παρόν νομοσχέδιο.
Έρχομαι τώρα στη συζήτηση επί των άρθρων. Κύριε Υπουργέ, το ανέφερα στην αρχική μου εισήγηση επί του νομοσχεδίου, το επισημαίνω και τώρα. Προσπαθείτε να εμφανίσετε το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ως μια καινοτομία. Προσπαθείτε να εμφανίσετε ως καινοτομία το γεγονός ότι θεσπίζετε γενικές αρχές στη διαχείριση των δημοσιονομικών στοιχείων της Γενικής Κυβέρνησης.
Αυτό είναι πασιφανές στο άρθρο 1 του νομοσχεδίου, όπου παρουσιάζετε σαν πρωτοτυπία κάτι που δεν αποτελεί πρωτοτυπία, αλλά ρητή επιταγή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 274 της Συνθήκης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο αποτελεί και εσωτερικό δίκαιο της χώρας μας.
Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο αυτό η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού που εκδίδονται σε εκτέλεση του άρθρου 279 με δική της ευθύνη και εντός των ορίων των πιστώσεων που εγκρίθηκαν, σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομική διαχείρισης. Τα κράτη-μέλη, δηλαδή εμείς, συνεργάζονται με την Επιτροπή προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι πιστώσεις χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, αγαπητοί συνάδελφοι, ότι δεν είναι μια καινοτομία, όπως η Κυβέρνηση θέλει να την παρουσιάσει, αλλά είναι επιταγή της Συνθήκης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Εκεί προβλέπεται και αυτή ακολουθούμε. Δεν είναι κάτι ξεχωριστό και καινούριο.
Σε ό,τι αφορά τώρα τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, ο κανονισμός αναφέρει ρητά ότι η επίτευξη των στόχων που θέτουμε ελέγχεται βάσει δεικτών επίδοσης που καθορίζονται ανά δραστηριότητες, π.χ. κοινωνική, πολιτική, πολιτισμός, υγεία, παιδεία κ.λπ., ενώ οι αρχές που προβαίνουν στη δαπάνη παρέχουν όλα εκείνα τα στοιχεία στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.
Επομένως, ακόμα και η τήρηση της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης εξασφαλίζεται μέσω της παρακολούθησης δεικτών επίδοσης που καθορίζεται ανά δραστηριότητα, έτσι ώστε να μπορούμε να εκτιμήσουμε τα αποτελέσματα που θα πετύχουμε.
Επιπλέον, η διαχείριση των πόρων προϋποθέτει αποτελεσματικό και αποδοτικό έλεγχο. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι τα όρια των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα οποία ανατίθενται καθήκοντα εκτέλεσης προϋπολογισμού για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οφείλουν να διαθέτουν διαφανείς διαδικασίες σύναψης συμβάσεων.
Εδώ, όμως, έρχεστε εσείς, κύριε Υπουργέ και εξουσιοδοτείτε εν λευκώ τον εκάστοτε Υπουργό Οικονομικών να προχωρά σε σύναψη δανειακών συμβάσεων και όχι μόνο, χωρίς να γνωστοποιείτε τους κανόνες και τους όρους.
Έρχομαι τώρα στο άρθρο 3 το οποίο, όπως είναι διατυπωμένο, εμείς θα το καταψηφίσουμε. Το άρθρο 3 λοιπόν, το οποίο αντικαθιστά το άρθρο 2 του ν. 2362/1995, επί της ουσίας δημιουργεί υπερυπουργούς Οικονομικών. Και δεν είναι υπερβολή αυτός ο χαρακτηρισμός, καθώς αποδίδετε τόσο ευρείες αρμοδιότητες στον Υπουργό Οικονομικών που τον ανάγετε σε ρυθμιστή του κράτους. Παραβιάζετε λοιπόν μια σειρά άρθρων: Το προεδρικό διάταγμα 63/2005, όπου αναφέρονται ρητά οι αρμοδιότητες των Υπουργών και των Υφυπουργών, το άρθρο 82 του Συντάγματος, όπου αναφέρεται ρητά ότι ο Πρωθυπουργός εξασφαλίζει την ενότητα της Κυβέρνησης και κατευθύνει τις ενέργειές της. Και καταλύετε θεμελιώδη άρθρα, συνταγματικά κατοχυρωμένα, δίνοντας πληθώρα αρμοδιοτήτων στον Υπουργό Οικονομικών. Μεταβιβάζετε λοιπόν στο πρόσωπο του Υπουργού Οικονομικών την εποπτεία, τον έλεγχο, το συντονισμό και τη διαχείριση των προϋπολογισμών όλων των φορέων, ακυρώνοντας στην πράξη συναδέλφους σας Υπουργούς και Υφυπουργούς, ακόμη -σε πολλές περιπτώσεις- και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό!
Εκτός των παραπάνω όμως, στην παράγραφο 7 του ίδιου άρθρου ορίζετε ότι ο Υπουργός Οικονομικών ασκεί εποπτεία και έλεγχο στη διαχείριση των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους διεθνείς οργανισμούς. Ακόμη κι εδώ είναι φανερή η αστοχία σας καθώς, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, ο Υπουργός Οικονομικών δεν έχει αρμοδιότητα να ασκεί εποπτεία, έλεγχο και διαχείριση στα προγράμματα που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ερχόμαστε στο άρθρο 5, που επίσης θα καταψηφίσουμε. Στο άρθρο 5, ενώ αναφέρετε αναλυτικά και διεξοδικά τις ευθύνες και τις αρμοδιότητες του κάθε Υπουργού και των επικεφαλής των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης εντούτοις παραλείψατε, αγνοήσατε ή δεν επιθυμούσατε -δεν ξέρω τι απ' όλα να ισχυριστώ- να ορίσετε κυρώσεις σε περιπτώσεις παραβάσεων των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων τους.
Αυτό που επίσης κάνετε με το συγκεκριμένο άρθρο είναι να προχωρείτε στην πρωτοφανή για τα δεδομένα της χώρας μας τοποθέτηση οικονομικών μάνατζερς στα Υπουργεία, ενέργεια που επίσης αντιβαίνει στον Υπαλληλικό Κώδικα, δεδομένης της στελέχωσης αυτών των θέσεων από άτομα του δημόσιου τομέα. Και όχι απλά τους τοποθετείτε ως οικονομικούς προϊσταμένους στα Υπουργεία, αλλά ακυρώνετε και την ιεραρχία, καθώς τα άτομα αυτά δεν λογοδοτούν στους προϊσταμένους τους Υπουργούς, Υφυπουργούς, αρμόδιους Γενικούς Γραμματείς και υπηρεσιακούς διευθυντές, αλλά απευθείας στη Βουλή.
Κύριε Υπουργέ, νομίζω ότι τα παραπάνω σημεία που κατέδειξα πρέπει να τα μελετήσετε ιδιαίτερα και να τα τροποποιήσετε. Διαφορετικά, η εφαρμογή τους θα ακυρώσει στην πράξη την αυτονομία των Υπουργών εξαιτίας της μεταβίβασης αρμοδιοτήτων στον Υπερυπουργό Οικονομικών και θα καταστρατηγήσει τον Υπαλληλικό Κώδικα, κυρίως με την τοποθέτηση των οικονομικών μάνατζερς στα Υπουργεία.
Έρχομαι τώρα στις τρεις τροπολογίες, τις οποίες καταθέσατε, που τις θεωρούμε ιδιαιτέρως σημαντικές και τις τρεις.
Η πρώτη τροπολογία με γενικό αριθμό 168 και ειδικό 25 αναφέρεται στις διαδικασίες του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας, του γνωστού ΟΜΕΔ. Ο ΟΜΕΔ, ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας, είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός, η λειτουργία του οποίου προβλέπεται μέσα από διεθνείς συμβάσεις εργασίας. Στην Ελλάδα -θυμίζω, για να ξέρουμε για τι μιλάμε- θεσμοθετήθηκε με το νόμο 1876/1990 από την Οικουμενική Κυβέρνηση του 1990, με τη θετική ψήφο όλων των κομμάτων. Χρηματοδοτείται από τον Οργανισμό Εργατικής Εστίας, δηλαδή με χρήματα εργοδοτών και εργαζομένων και διοικείται από διοικητικό συμβούλιο, που αποτελείται από θεσμικούς εκπροσώπους, κοινωνικούς εταίρους και πανεπιστημιακά τμήματα Εργατικού Δικαίου. Στον ΟΜΕΔ καταφεύγουν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι όταν δεν καταλήγουν σε συμφωνία κατά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Είναι προφανές ότι εμείς εκτιμούμε ως Νέα Δημοκρατία ότι απαιτείται αναμόρφωση κι εκσυγχρονισμός του Οργανισμού, έτσι ώστε να διασφαλίζει τα συμφέροντα των εργαζομένων, χωρίς όμως να αγνοεί τις ανάγκες των επιχειρήσεων και να κατοχυρώνει συνθήκες ισορροπίας και εργασιακής ειρήνης στην ελληνική οικονομία. Όμως για να εξασφαλιστεί αυτή η αναγκαία μεταρρύθμιση πρέπει να προηγηθεί ένας εκτεταμένος κι ουσιαστικός κοινωνικός και πολιτικός διάλογος, να διαμορφωθούν νέες συναινέσεις και συγκλίσεις, έτσι ώστε η αγορά εργασίας χωρίς αγκυλώσεις να στηρίξει την ανάπτυξη και την οικονομική πρόοδο.
Παρ' όλα αυτά, έρχεται σήμερα η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με τροπολογία και προχωρεί σε μια επίδειξη αλαζονείας, καθώς με την προτεινόμενη τροπολογία καταργεί ουσιαστικά τον ΟΜΕΔ, απαγορεύει ακόμη και συμφωνίες που θα επιτευχθούν στο στάδιο της μεσολάβησης, απαγορεύει δηλαδή την κοινή βούληση εργοδοτών και εργαζομένων για κάποιες έστω μικρές αυξήσεις που θα δοθούν μέσα στο 2010. Δυναμιτίζει τον εξισορροπητικό ρόλο που παίζουν οι συμφωνίες αυτές σε κλαδικό ή κυρίως σε περιφερειακό επίπεδο.
Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι ενώ η Κυβέρνηση έχει ήδη προβλέψει την αναμόρφωση της λειτουργίας του ΟΜΕΔ με προεδρικό διάταγμα, το οποίο έπρεπε ήδη να συντάσσεται, έρχεται με την προτεινόμενη τροπολογία και ουσιαστικά ακυρώνει την ισχύ των αποφάσεων του ΟΜΕΔ για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Συνεπώς, το προβλεπόμενο διάταγμα θα είναι κενό περιεχομένου και ένα ακόμη επικοινωνιακό τρικ της Κυβέρνησης.
Σε κάθε περίπτωση, η αξιοπιστία και η αποτελεσματικότητα της Κυβέρνησης έχει κλονιστεί σοβαρά. Το μήνυμα που εκπέμπεται από την ενέργεια αυτή είναι: αυθαιρεσία και αυταρχισμός, πολιτικός ετσιθελισμός και θεσμική εκτροπή. Η απόφαση αυτή της Κυβέρνησης αγνοεί τελικώς όχι μόνο τις ενστάσεις των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, αλλά κυρίως τη γνώμη και τη βούληση των κοινωνικών εταίρων. Περιφρονεί την κοινωνία και τους ανεξάρτητους θεσμούς. Μόνη της έγνοια είναι η προσήλωση και η τυφλή υπακοή στον περιεχόμενο του Μνημονίου. Και βέβαια δεν είναι η πρώτη φορά που η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ρυθμίζει αυθαίρετα την αμοιβή της εργασίας. Όλοι θυμόμαστε την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου του 1985, που απαγόρευσε επίσης οποιαδήποτε αύξηση στους εργαζόμενους.
Συμπερασματικά, τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η πατρίδα μας σήμερα δεν αντιμετωπίζονται με αυθαιρεσίες και αυταρχισμό. Δεν προχωρά η χώρα μπροστά με μέτρα περιοριστικά, που μειώνουν το εισόδημα και στεγνώνουν την αγορά. Δεν κερδίζεται το μέλλον της χώρας με κόψιμο των μισθών και των συντάξεων. Δεν αρκεί απλά και μόνο η προσήλωση στο Μνημόνιο και η υπακοή στην τρόικα. Δεν έρχεται η ανάπτυξη με μέτρα καταστολής.
Η Ελλάδα θέλει όραμα και ελπίδα. Απαιτεί οργανωμένο σχέδιο και πολλή δουλειά. Ζητά αναπτυξιακή προοπτική, τόνωση της αγοράς, επενδύσεις. Διεκδικεί πρόγραμμα αντιμετώπισης της ανεργίας και στήριξης της απασχόλησης.
Η νομοθετική πρωτοβουλία για την απαγόρευση των όποιων αποφάσεων δίνουν μηδαμινές αυξήσεις στους εργαζομένους δεν αποτελεί λύση στο πρόβλημα. Με την προτεινόμενη διάταξη η Κυβέρνηση δυστυχώς επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά τον αυταρχικό της χαρακτήρα. Δικαιώνει τους χειρότερους φόβους για το μέλλον. Δυναμιτίζει τις όποιες προϋποθέσεις υπήρχαν για διαβούλευση και συνεννόηση. Προσφέρει πολύ κακές υπηρεσίες. Έχει ακόμη την ευκαιρία να δείξει ότι επιθυμεί το διάλογο και τη συνεννόηση.
Συνεπώς, η θέση μας για την προτεινόμενη από το Υπουργείο Εργασίας τροπολογία, σχετικά με την κατάργηση επί της ουσίας του ΟΜΕΔ, δεν μπορεί να είναι θετική. Δεν μας το επιτρέπουν οι θεμελιώδεις αρχές του κοινωνικού φιλελευθερισμού που εμείς πρεσβεύουμε και υπερασπιζόμαστε. Δεν μας το επιτρέπει η κοινή λογική, αφού οι μονομερείς και δογματικές πολιτικές συμπιέσεις του εργατικού κόστους δεν μπορούν να αποτελέσουν το όχημα για την ανάκαμψη της οικονομίας μας. Η Νέα Δημοκρατία όχι απλώς δεν ψηφίζει την προτεινόμενη τροπολογία, αλλά παράλληλα καλεί και την Κυβέρνηση να την αποσύρει.
Έρχομαι στη δεύτερη τροπολογία με γενικό αριθμό 169 και ειδικό 26 που αναφέρεται στην Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποιήσεων και -άκουσον άκουσον!- στη δυνατότητα που δίνεται στην Επιτροπή αυτή να προχωρεί σε πράξεις με εξαίρεση από τον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Κύριε Υπουργέ, αυτή η διαδικασία είναι πάρα πολύ σοβαρή. Και θα ήθελα να σας θυμίσω ότι προσφάτως η Κυβέρνηση τροποποίησε τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του ν. 2789/2000 με την παράγραφο 3 του άρθρου 39 του ν. 3844/2010, προσθέτοντας και άλλη εξαίρεση από τον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την περίπτωση δ΄ του άρθρου 13 του προεδρικού διατάγματος 60/2007, με εξαίρεση τις συμβάσεις που συνάπτονται με ΟΤΑ. Η ανωτέρω περίπτωση υπενθυμίζουμε ότι αφορά τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες σχετικά με την έκδοση, αγορά, πώληση και μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, ιδίως με διαδικασίες προμήθειας χρημάτων ή κεφαλαίων στις αναθέτουσες Αρχές, καθώς και τις υπηρεσίες που παρέχονται από κεντρικές τράπεζες, με εξαίρεση τις συμβάσεις που συνάπτονται με ΟΤΑ. Και έρχεστε τώρα μέσα σε χρονικό διάστημα λιγότερο των δύο μηνών -ο νόμος 3844/2010 θυμίζουμε ότι δημοσιεύθηκε στις αρχές Μαΐου του 2010- και εισάγετε για ψήφιση, και μάλιστα με τροπολογία, μια διάταξη ιδιαιτέρως σημαντική, παρ' όλα αυτά μη συνταγματικώς ανεκτή, ερχόμενοι σε τέλεια αντίθεση με το άρθρο 98 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Με τον τρόπο αυτό καθίστανται παντελώς ανέλεγκτες οι σχετικές συμβάσεις που συνάπτονται ύστερα από τις αποφάσεις της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων.
Μόλις σήμερα πήραμε ένα έγγραφο από το Σύλλογο Υπαλλήλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου που τονίζει ότι η παραπάνω προσθήκη είναι απολύτως αναγκαία με βάση το άρθρο 98. Μιλάμε για την προσθήκη που λέει ότι θα πρέπει στην παράγραφο 3, στίχος 6, να προστεθεί η φράση «με την επιφύλαξη των περί Ελεγκτικού Συνεδρίου διατάξεων».
Ο Σύλλογος Υπαλλήλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου κρίνει, λοιπόν, ότι είναι απολύτως αναγκαία με βάση το άρθρο 98 του Συντάγματος, όπου στην παράγραφο 1, εδάφιο β΄, αναφέρει ότι ο έλεγχος συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το δημόσιο, από την άποψη αυτή γίνεται όπως ο νόμος ορίζει.Σε κάθε περίπτωση, ο προληπτικός, ο προσυμβατικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου που έχει ρητή αναφορά στο Σύνταγμα δεν μπορεί να καταργηθεί.
Για τους παραπάνω λόγους ζητάμε να αποσύρετε τη συγκεκριμένη τροπολογία, γιατί πραγματικά είναι μία τροπολογία κάθετα αντισυνταγματική.
Θα αναφερθώ τώρα στην τρίτη και τελευταία τροπολογία που έχετε καταθέσει, την τροπολογία που αφορά μία σειρά θεμάτων, μεταξύ των οποίων η αύξηση του ορίου των εκτός έδρας ημερών κατά είκοσι μέρες σε προσωπικό το οποίο υπηρετεί στο πρωθυπουργικό, σε υπουργικά γραφεία ή σε γραφεία γενικών γραμματέων, κλπ.
Μα, θεωρώ ότι η Κυβέρνηση θα ήταν αυτή που θα έπρεπε να δίνει το καλό παράδειγμα και όχι αυτή που θα έδινε τη δυνατότητα να αυξηθούν αυτές οι μέρες εκτός έδρας σε διάφορους υπαλλήλους.
Εκτός τούτου, η Κυβέρνηση συνεχίζει να δίνει το κακό παράδειγμα αυξάνοντας -και μάλιστα αναδρομικά- τις αμοιβές του Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους περίπου κατά 14.000 ευρώ ετησίως, δηλαδή περίπου κατά 1.000 ευρώ το μήνα.
Τέλος, αντιμετωπίζετε με την παράγραφο 4 ένα άλλο πολύ σοβαρό θέμα, το θέμα των αποζημιώσεων των απολυμένων από την παλαιά Ολυμπιακή Αεροπορία, παραπέμποντάς το στις καλένδες. Διότι τι άλλο είναι παρά παραπομπή στις καλένδες, όταν κάνετε μία γενική αναφορά ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί με ομόλογα ή με άλλο τρόπο, χωρίς να βάζετε ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα; Αν μη τι άλλο, είναι εργαζόμενοι οι οποίοι έχουν απολυθεί και περιμένουν τις αποζημιώσεις τους. Βάλτε, λοιπόν, μία ρητή αναφορά, για να ξέρουν οι άνθρωποι πότε θα πάρουν τα χρήματα που δικαιούνται βάσει νόμου. Σε δύο χρόνια; Σε τρία χρόνια; Όμως, τέλος πάντων, είναι ηθικά απαράδεκτο να μην υπάρχει αυτή η αναφορά.
Η Νέα Δημοκρατία καταψηφίζει επίσης και αυτήν την τρίτη τροπολογία, τη με γενικό αριθμό 170 και ειδικό αριθμό 27.
Καταλήγοντας, κύριε Υπουργέ, θα ήθελα να πω ότι εμείς δείξαμε την καλή μας θέληση ψηφίζοντας επί της αρχής το νομοσχέδιο. Επισημάναμε συγκεκριμένες αλλαγές, τροποποιήσεις που θέλουμε να κάνετε στο άρθρο 3 και στο άρθρο 5.
Βεβαίως, ως προς τις τρεις τροπολογίες που καταθέσατε, τις καταψηφίζουμε και τις τρεις.
Προφανώς, ο δημόσιος τομέας της χώρας χρειάζεται αναδιάρθρωση. Με βάση τις αρχές μας για διαφάνεια, για αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα, πιστεύουμε, λοιπόν, ότι το νομοσχέδιο είναι θετικό, γιατί υπηρετεί τις προαναφερθείσες βασικές αρχές. Το στηρίζουμε. Εμείς δεν είμαστε ΠΑΣΟΚ ούτε είμαστε κομπλεξικοί να λέμε «όχι σε όλα», όπως έκαναν κάποιοι άλλοι στο παρελθόν. Εμείς, όπου χρειάζεται, λέμε «ναι», γιατί πάνω απ' όλα βάζουμε το συμφέρον της πατρίδας και βεβαίως όπου διαφωνούμε, δεν διαφωνούμε απλώς και γενικώς, αλλά καταθέτουμε συγκεκριμένες, τεκμηριωμένες, υπεύθυνες προτάσεις.
Σας ευχαριστώ πολύ.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΑΡΑΟΓΛΟΥ:
Κύριε Πρόεδρε, κάποτε κάποιος πνιγόταν και φώναζε: «Αθηνά, βοήθα με». Και βέβαια ακούστηκε μια φωνή από πάνω: «Συν Αθηνά και χείρα κίνει».
Έτσι λοιπόν, αγαπητέ συνάδελφε, καλές οι ευχές που κάνετε, αλλά αν η Κυβέρνησή σας δεν αποφασίσει να δράσει και να δράσει αποτελεσματικά και να δράσει προς μια σωστή κατεύθυνση, δεν πρόκειται να δούμε θετικό αποτέλεσμα στην οικονομία της χώρας. Δεν πρόκειται να δούμε θετικό αποτέλεσμα γενικότερα στα πολιτικά δρώμενα της χώρας.
Είχαμε τη δυνατότητα δυο μέρες να συζητήσουμε αναλυτικά το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το νομοσχέδιο δημοσιονομικής διαχείρισης και ευθύνης, ένα νομοσχέδιο που, όπως επανειλημμένως είπαμε, κινείται σε θετική κατεύθυνση. Είναι ένα νομοσχέδιο, το οποίο έρχεται να βάλει τάξη στα δημοσιονομικά πράγματα της χώρας και ειδικά στο σκέλος των δαπανών. Ένα νομοσχέδιο, το οποίο υπηρετεί τις βασικές αρχές της διαφάνειας, της αξιοπιστίας, της αποτελεσματικότητας, του ελέγχου, της κοινωνικής λογοδοσίας. Είναι ένα νομοσχέδιο που έρχεται σε μια δύσκολη πολιτική περίοδο, σε μια περίοδο όπου οι Έλληνες πολίτες αμφισβητούν την πολιτική ή τους πολιτικούς γενικότερα. Και προφανώς εξυπηρετεί πάρα πολύ θετικά το σκοπό του, γιατί έρχεται και τονίζει ότι οι Έλληνες πολιτικοί προσπαθούν να φέρουν κανόνες, να φέρουν θεσμούς που θα επιτρέψουν μεγαλύτερο έλεγχο, μεγαλύτερη διαφάνεια, μεγαλύτερη αξιοπιστία στη δημοσιονομική διαχείριση των πραγμάτων.
Επομένως, είναι ένα νομοσχέδιο, το οποίο στηρίζουμε. Γιατί η Νέα Δημοκρατία εμφορείται από αυτές τις βασικές αρχές. Είναι όμως ένα νομοσχέδιο, το οποίο σαφέστατα δεν είναι καινοτόμο. Είναι ένα νομοσχέδιο που έρχεται σε συνέχεια απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 274. Είναι ένα νομοσχέδιο που έρχεται σε συνέχεια αντίστοιχων, ανάλογων νομοθετικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Και αναφέρομαι χαρακτηριστικά στους προϋπολογισμούς προγραμμάτων ή ακόμη-ακόμη και σ' αυτή την κατάργηση ειδικών λογαριασμών που η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έκανε πραγματικότητα με την ενσωμάτωσή τους στον Προϋπολογισμό.
Σε σχέση με συγκεκριμένα άρθρα τοποθετηθήκαμε. Είπαμε ότι το άρθρο 3, που πραγματικά κάνει υπερυπουργό τον Υπουργό Οικονομικών, εμείς όπως είναι διατυπωμένο δεν πρόκειται να το ψηφίσουμε, όπως επίσης και το άρθρο 5, που βάζει τους μάνατζερς στο ελληνικό δημόσιο και στα διάφορα Υπουργεία. Δεν είναι κακό αυτό. Θέλουμε όμως κάποιες διευκρινίσεις, τις οποίες ακόμη δεν έχουμε πάρει. Ποιοι θα είναι, δηλαδή, αυτοί οι ελεγκτές των οικονομικών στο κάθε Υπουργείο; Θα είναι δημόσιοι υπάλληλοι, που θα μεταταγούν από άλλες υπηρεσίες ή θα προέρχονται μέσα από την ιεραρχία του ίδιου του Υπουργείου; Θα είναι εξωτερικοί μάνατζερς; Ακόμη περιμένουμε την απάντηση, την οποία δεν μας δώσατε.
Επίσης, υπάρχουν βασικά ερωτήματα: Ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του συγκεκριμένου νομοσχεδίου; Υπάρχει σχεδιασμός; Έχουν γίνει κατάλληλες προετοιμασίες;
Όσον αφορά την τροπολογία, που στην ουσία καταργεί τον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας, είμαστε ξεκάθαροι. Είπαμε ότι την τροπολογία αυτή δεν πρόκειται να την ψηφίσουμε, γιατί για μια ακόμη φορά αποτυπώνει ανάγλυφα τις μνημονιακές ενοχές της Κυβέρνησης. Η Κυβέρνηση με απροκάλυπτη αυθάδεια απέναντι στην κοινωνία και στους εργαζομένους, έρχεται και καταργεί αυτόν τον Οργανισμό, που όπως ανέφερα και στην πρωτολογία μου, είναι ένας Οργανισμός, ο οποίος ομόφωνα ψηφίστηκε και εγκρίθηκε επί Οικουμενικής Κυβέρνησης. Η τροπολογία, λοιπόν, αυτή δεν πρέπει να περάσει.
Έστω και την ύστατη ώρα, σας κάνουμε έκκληση να αναλογιστείτε το βάρος των συνεπειών της πράξης αυτής και να την αποσύρετε.
Όσον αφορά την τροπολογία που αφορά τη Διϋπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποιήσεων και Αναδιαρθρώσεων, όπως συμπληρώσατε την ονομασία της πριν από λίγο, θεωρούμε ότι υπάρχει ένας πολύ μεγάλος κίνδυνος. Υπάρχει ένας σοβαρός κίνδυνος, τον οποίο μπορεί και εσείς, κύριε Υπουργέ, να πληρώσετε αργότερα σε άλλες εποχές. Η εξαίρεση από τον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των συγκεκριμένων πράξεων, των αποκρατικοποιήσεων γενικότερα, θεωρώ ότι είναι ένα πολύ μεγάλο λάθος. Προστατεύστε, λοιπόν, τον εαυτό σας, προστατεύστε το πολιτικό σύστημα, γιατί η κατάργηση του προληπτικού ελέγχου είναι ξεκάθαρα αντισυνταγματική, μια που παραβιάζεται το άρθρο 98.
Όσον αφορά την τροπολογία για τις αυξήσεις του ορίου εκτός έδρας κατά είκοσι μέρες στους συνεργάτες του πρωθυπουργικού και των υπουργικών γραφείων ή των γραφείων των γενικών γραμματέων ή την αύξηση του μισθού κατά 1.000 περίπου ευρώ του γενικού διευθυντή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, νομίζω ότι η Κυβέρνηση έπρεπε να στείλει στους εργαζόμενους ένα διαφορετικό παράδειγμα. Δεν μπορεί από τη μία από όλους τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους να κάνει περικοπές και από την άλλη να προχωράει σε αυξήσεις του ορίου εκτός έδρας κατά είκοσι μέρες στους συνεργάτες του Πρωθυπουργού ή των γραφείων των Υπουργών και παράλληλα σε αύξηση κατά 1.000 ευρώ μηνιαίως του γενικού διευθυντή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.
Σε σχέση με την τροπολογία που αφορά την Ολυμπιακή Αεροπορία, εμείς θεωρούμε -και απαντώ, αν και δεν είναι της ώρας- ότι ο νόμος για την αποκρατικοποίηση της Ολυμπιακής Αεροπορίας ήταν ένας πολύ θετικός νόμος, ένας νόμος πρωτοποριακός, ένας νόμος ο οποίος έλυσε ένα πρόβλημα που επί σειρά ετών ταλάνιζε το ελληνικό κράτος, το οποίο ζημιωνόταν κατ' έτος 500 εκατομμύρια ευρώ και κανείς ποτέ δεν είχε τολμήσει να το ακουμπήσει. Είμαστε υπερήφανοι για το νόμο αυτό. Επίσης, υπάρχουν και τα ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν από το νόμο αυτό, που θα πρέπει να τα αντιμετωπίσετε με υπευθυνότητα και σοβαρότητα, γιατί το ελληνικό κράτος και η εφαρμογή των νόμων, πρέπει να έχουν και συνέχεια και συνέπεια.
Αυτά τα οποία μας είπατε, ότι θα είναι ομόλογα που θα λήγουν το 2012 ή το 2013, γιατί δεν τα φέρνετε γραπτά, για να υπάρχει μια ουσιαστική και σίγουρη δέσμευση;
Όσον αφορά την τέταρτη τροπολογία, δεν αναφερθήκαμε, γιατί συμφωνούμε, παρά το ότι ήλθε εκπρόθεσμα. Αφορά την οργάνωση γενικότερα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Εμείς τη στηρίζουμε, γιατί θεωρούμε ότι είναι μια θετική τροπολογία και βοηθάει την οργανωτική αναδιάρθρωση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Η Νέα Δημοκρατία πιστή στις αρχές της για διαφάνεια, για αξιοπιστία, για αποτελεσματικότητα, πιστεύει και το δηλώνει, ότι ο δημόσιος τομέας προφανώς και χρειάζεται αναδιάρθρωση. Πιστεύουμε ότι το νομοσχέδιο έρχεται σε μια θετική κατεύθυνση, υπηρετεί τις προαναφερθείσες βασικές αρχές και γι' αυτό το λόγο το στηρίζουμε.